Γυναικείος Ανταγωνισμός: Τα αίτια και η υπερπροβολή του φαινομένου
«Την καλλίστη»· στην ομορφότερη, έγραφε το μήλο που έδωσε η Έριδα, η θεά της ζήλειας και της διχόνοιας, στον Πάρη και το οποίο αποτέλεσε αφορμή φιλονικίας μεταξύ της Ήρας, της Αφροδίτης και της Αθηνάς. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία η ζήλεια και η διχόνοια εκπροσωπείται από το γυναικείο φύλο, ενώ το κάλλος αποτελεί αιτία διενέξεων και ανταγωνισμού. Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, αυτό των καλλιστείων που αναφέρει ένας αρχαίος ποιητής, μεταξύ της Αφροδίτης, και των τριών Χάριτων (Πασιθέα, Καλή, Ευφροσύνη) με κριτή τον μάντη Τειρεσία, στα οποία η Αφροδίτη αυτή τη φορά έχασε τα πρωτεία και για να τιμωρήσει τον κριτή της, τον μεταμόρφωσε σε γριά. Από τα αρχαία χρόνια, είναι έκδηλος ο ανταγωνισμός στο γυναικείο φύλο σε θέματα εμφάνισης και ομορφιάς. Σήμερα, οι ρόλοι που καλείται να εκτελέσει η γυναίκα είναι πολλαπλοί και έτσι το φαινόμενο του ανταγωνισμού έχει διευρυνθεί και σε άλλους τομείς. Ο ανταγωνισμός αυτός μπορεί να είναι υγιής και να αποτελεί κινητήρια δύναμη όμως αρκετές φορές φαίνεται ότι λαμβάνει ιδιαίτερες διαστάσεις στη σύγχρονη κοινωνία· διαχωρίζεται από τον ανταγωνισμό που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα σε οποιοδήποτε φύλο και περιβάλλεται από στερεότυπα και αρνητικότητα. Οι σχέσεις μεταξύ των γυναικών όχι μόνο προβάλλονται ως ανταγωνιστικές, αλλά επίσης ως εχθρικές με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η αντίληψη ότι οι ίδιες αναπτύσσουν μεταξύ τους επιφανειακές φιλίες, οι οποίες χαρακτηρίζονται πρωτίστως από φθόνο και ζήλια. Κατά πόσο, όμως, αυτή η προβολή συνδέεται με την πραγματικότητα και σε ποιον βαθμό; Γιατί οι γυναίκες σήμερα προβάλλουν έναν μη εποικοδομητικό και εχθρικό ανταγωνισμό μεταξύ τους;
Η ανταγωνιστικότητα λαμβάνει χώρο, κατά κύριο λόγο στα πλαίσια της εξωτερικής εμφάνισης. Ξεκινώντας από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα πρότυπα ομορφιάς που προβάλλονται από αυτά, η εξωτερική εμφάνιση της γυναίκας παραμένει ακόμη μία από τις σημαντικότερες αιτίες για τις οποίες η ίδια αισθάνεται ανασφαλής και ανταγωνίζεται τις συνομήλικές της. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι εγγενώς ένα περιβάλλον στερεοτύπων, αρνητικότητας και τοξικών ανθρώπων. Η οθόνη επιτρέπει στον μέσο άνθρωπο να κρίνει, να σχολιάζει, και να προσβάλει ανενόχλητος οτιδήποτε «στιγματίζει» το δικό του οπτικό πεδίο. Σύμφωνα με μια παγκόσμια έρευνα της Statista για το 2020, οι γυναίκες χρησιμοποιούν το instagram και το snapchat, εφαρμογές στις οποίες κυριαρχεί η εικόνα, περισσότερο από τους άντρες με μια διαφορά της τάξεως του 1,8% και 23% αντίστοιχα. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε παρατηρήσει προσβλητικά σχόλια για την εμφάνιση, τα κιλά ή το ντύσιμο μιας γυναίκας. Είδηση της ημέρας θα είναι αν η Jennifer Lopez έχει ή δεν έχει κάνει μπότοξ στο πρόσωπό της ή γιατί μια κοπέλα με ιδιαίτερες καμπύλες χορεύει στο tik tok ή πόσα φίλτρα έχουν τοποθετηθεί στη φωτογραφία μιας φίλης. Σπάνια θα δούμε φωτογραφίες με μαγιό από κοπέλες με παραπάνω κιλά, ή φωτογραφίες γυναικών με τριχοφυΐα στα χέρια και στα πόδια. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένη: πόση ώρα επεξεργαζόμαστε μια φωτογραφία μας πριν την μοιραστούμε δημόσια; Πόσες απόψεις ζητάμε για να επιβεβαιώσουμε ότι είναι η πιο ωραία από όλες όσες βγάλαμε; Πόση σημασία θα δώσουμε στον αριθμό των likes και των σχολίων που θα δεχτούμε; Η εικόνα της γυναίκας λοιπόν στα social media έχει συγκεκριμένες αναλογίες και χαρακτηριστικά. Το διαφορετικό το απορρίπτουμε και το κατακρίνουμε.
Όντας αντιμέτωπες με αυτή την τοξικότητα, οι γυναίκες γίνονται ανασφαλείς, αδυνατούν να δεχτούν τον εαυτό τους και στρέφονται ενάντια σε άλλες γυναίκες στις οποίες βλέπουν αυτό που εκείνες θα ήθελαν να έχουν και πιστεύουν ότι τους λείπει. Σύμφωνα με την Emily V. Gordon στο άρθρο της Why women compete with each other? στους New York Times, δεν ανταγωνιζόμαστε τόσο τις άλλες γυναίκες όσο τους ίδιους μας τους εαυτούς. Βλέπουμε στις άλλες γυναίκες μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας, πιο όμορφη, πιο έξυπνη και για αυτό τον λόγο τείνουμε να είμαστε ανταγωνιστικές και αρκετές φορές εχθρικές με την άλλη γυναίκα.
Αυτή η ανταγωνιστικότητα όμως όλο και διευρύνεται. Η γυναίκα σήμερα έρχεται αντιμέτωπη με ένα κοινωνικό περιβάλλον που από τη μια προσπαθεί να καταργήσει τα κατάλοιπα προκαταλήψεων παλαιότερων γενεών, ενώ από την άλλη δημιουργεί νέα. Αυτά εκτός από την εμφάνιση, μπορεί να αφορούν την σεξουαλικότητα της γυναίκας, τον ρόλο της ως εργαζόμενη ή ως μητέρα. Μια επιστήμονας αξίζει μεγαλύτερο σεβασμό από μια εργάτρια του σεξ; Καλύτερη μητέρα είναι αυτή που εργάζεται ή αυτή που παραμένει σπίτι για την φροντίδα των παιδιών; Μπορεί τελικά η γυναίκα να έχει πολλούς συντρόφους ή τότε θεωρείται «φτηνή»; Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πολλά ερωτήματα που επικρατούν σήμερα σχετικά με τους ρόλους της γυναίκας και για τα οποία η ίδια καλείται να πάρει θέση, αρκετές φορές αντιμετωπίζοντας εχθρικά και υποτιμητικά την αντίθετη πλευρά.
Το γεγονός αυτό συνδέεται άμεσα με την τάση που έχουν οι γυναίκες να χρειάζονται την επιδοκιμασία και την έγκριση των άλλων για να νιώσουν καλά με τον εαυτό τους. Σύμφωνα με ένα άρθρο στο PsychCentral, πολλές γυναίκες εστιάζουν σε μεγάλο βαθμό στις απόψεις άλλων σχετικά με τις ικανότητές τους, προκειμένου να τροφοδοτήσουν την αυτοεκτίμησή τους και καταλήγουν να μην βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις για να πετύχουν. Αυτή η εσωτερική δέσμευση συχνά οδηγεί στην υποτίμηση των δυνατοτήτων άλλων γυναικών και στην διάλυση της εμπιστοσύνης που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε μια συγγενική ή φιλική σχέση. Σε αυτό το πλαίσιο, κάτι που παρατηρείται αρκετά συχνά, είναι η ανταγωνιστικότητα που υπάρχει όταν αυτό που διακυβεύεται είναι η προσοχή από το αντίθετο φύλο. Οι γυναίκες τείνουν να είναι ανταγωνιστικές όταν θέλουν να προσελκύσουν έναν άντρα, ενώ αρκετά συχνά φαίνεται να εξαρτώνται από την δική του άποψη και επιδοκιμασία. Ένα εύστοχο παράδειγμα το οποίο αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, είναι ότι στην περίπτωση μιας εξωσυζυγικής σχέσης, η απατημένη γυναίκα θα κατηγορήσει πρωτίστως την άλλη, που κατάφερε να «τυλίξει τον άντρα της», χωρίς να δώσει μεγάλη έμφαση στις ευθύνες του συζύγου της.
Παρατηρούμε λοιπόν, ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των γυναικών έχει βαθύτερες αιτίες οι οποίες συχνά αγνοούνται. Η τάση να εμμένουμε ανούσια στο ζήτημα αυτό και να το διαχωρίζουμε από τον ανταγωνισμό μεταξύ των αντρών, παραβλέπει το κοινωνικό περιβάλλον, τις προκλήσεις και τις πεποιθήσεις, με τις οποίες καλείται να συμβαδίσει και να προσαρμοστεί η γυναίκα σήμερα. O γυναικείος ανταγωνισμός συχνά παρουσιάζεται ως παθογένεια, ως έμφυτο μειονέκτημα των γυναικών να μην μπορούν να συνάψουν μια εποικοδομητική σχέση με άλλη γυναίκα. Κύρια πηγή αυτού του φαινομένου, είναι φυσικά τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και η τηλεόραση που προωθούν πρότυπα και καταστάσεις τα οποία σπιλώνουν τα επιτεύγματα και την δύναμη της γυναικείας αλληλεγγύης, ενώ οι ίδιες οι γυναίκες συχνά φαίνεται να συμμετέχουν στην λανθασμένη προώθηση αυτής της αντίληψης. Στη σύγχρονη εποχή, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια θυσιάζεται στο βωμό του χρήματος, της τηλεθέασης και των likes. Τα τηλεοπτικά ριάλιτι προωθούν διαρκώς εικόνες γυναικών να διαπληκτίζονται για την προσοχή ενός άνδρα, ενώ η φράση «δεν έχω φίλες» αποτελεί απλώς μια κοινοτοπία. Επρόκειτο μάλλον για την υπερπροβολή του φαινομένου, επειδή απλώς εξυπηρετεί τις προκαταλήψεις που επικρατούν γύρω από το γυναικείο φύλο σχετικά με τη ζήλια και τη διχόνοια.
Παρ’ όλα αυτά, αυτή η επιφανειακή προβολή καθώς και το φαινόμενο αυτό καθαυτό δεν μπορούν να επισκιάσουν την σπουδαιότητα των επιτευγμάτων των γυναικών σε όλο τον κόσμο. Από την Σαουδική Αραβία και το δικαίωμα των γυναικών άνω των 21 να ταξιδεύουν χωρίς την άδεια του κηδεμόνα τους, ενώ μεγάλος αριθμός ακτιβιστριών παραμένει στη φυλακή, την Πολωνία και τις διαδηλώσεις κατά του νόμου για την καθολική απαγόρευση των αμβλώσεων, μέχρι την Ελλάδα και τις καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης και βιασμού σε διάφορους εργασιακούς τομείς, οι γυναίκες αποδεικνύουν με αναμφισβήτητο τρόπο την δυναμική τους και την αλληλεγγύη μεταξύ τους, απέναντι σε ζητήματα που αφορούν την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Η ομορφιά της γυναίκας έγκειται σε κάτι πέρα από την εμφάνιση της και την εκμετάλλευση της προσωπικότητάς της από τα μέσα επικοινωνίας· η ομορφιά του γυναικείου φύλου έγκειται ακριβώς στα επιτεύγματά της μέχρι σήμερα και στην συνέχιση του αγώνα για την πάταξη κάθε αδικίας. Εξάλλου, όπως ανέφερε και ο Γάλλος ποιητής Λαμαρτίνος, «υπάρχει μια γυναίκα στην αρχή όλων των μεγάλων πραγμάτων».
Γράφει η Καίτη Καρυδά.