Μια από τις πρώτες εικόνες που μου πέρασαν από το μυαλό στις 23 Μαρτίου 2020, όπου τέθηκε σε εφαρμογή ο γενικός περιορισμός της κυκλοφορίας ως προοληπτικό μέτρο για την αποφυγή της διασποράς του κορωνοϊού ήταν o Τζακ Νίκολσον στην ταινία Shining του Στάνλεϊ Κιούμπρικ με το τσεκούρι στο χέρι να σπάει την πόρτα όπου κρύβονταν η γυναίκα με το γιο του για να γλιτώσουν από το μένος του και να ξεστομίζει με το κεφάλι του ανάμεσα στα ξύλα την διαβόητη ατάκα “Here’s Johnny”. Τι και αν από εκείνη τη μέρα πέρασαν μήνες με περιορισμούς και νέα lockdown… η εικόνα αυτή του μενόμενου “Johnny” εξακολουθεί να στοιχειώνει, καθώς στο πρόσωπό του βλέπουμε όλους εκείνους που εκμεταλλευόμενοι τις κλειστές πόρτες και επικαλούμενοι την ιδιωτικότητά τους εγκληματούν σε βάρος συντρόφων, συζύγων, γονέων και παιδιών τους.
Σύμφωνα με στοιχεία του UNWOMEN 1 στις 3 γυναίκες, πριν την πανδημία, θα έπεφτε θύμα σωματικής και σεξουαλικής βίας κατά κύριο λόγο από σύντροφό της. Αυτά τα ποσοστά όμως τείνουν να αυξάνονται σε περιόδους και περιοχές όπου ασθένειες, όπως ο Έμπολα και ο Ζίκα στο παρελθόν, είναι σε έξαρση. Το ίδιο συμβαίνει και με τον covid-19, γεγονός που, ήδη από τον Απρίλιο του 2020, είχε επισημανθεί από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες. Στην Ελλάδα, αυτήν την αύξηση έρχεται να επιβεβαιώσει η ετήσια έκθεση της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων, που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2020, διαπιστώνοντας, κατά την πρώτη περίοδο του lockdown, τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, αύξηση 227,4% στις κλήσεις που αφορούσαν περιστατικά βίας.
Ο εγκλεισμός και οι περιορισμοί στη μετακίνηση έρχονται να αυξήσουν τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας φέρνοντας στο επίκεντρο τους θύτες που συμβιούν με τα θύματα και τα θύματα που προσπαθούν καθημερινά να επιβιώσουν αντιμετωπίζοντας το δίλημμα ιός ή βία με κοινό παρονομαστή τον κίνδυνο.
Τα εγκλήματα που τελούνται στα πλαίσια της οικογένειας, όπως και τα σεξουαλικά εγκλήματα έχουν κάτι κοινό: δεν καταγγέλλονται, ούτε αναφέρονται κατά μεγάλο ποσοστό από τα θύματα. Για αυτό και πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως η πραγματικότητα είναι ακόμη πιο σκληρή. Τα θύματα παραμένουν αθέατα, ενώ δεν καλούνται να δικαιολογήσουν σε κανέναν τις γρατζουνιές, τους μώλωπες, τα καρούμπαλα, τα δάκρυα και δεν δημιουργούν σε κανέναν ούτε την υποψία για το τι μπορεί να συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες. Επομένως, στην υπάρχουσα αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, θα πρέπει να προστεθεί και ο αθέατος αριθμός τους.
Άλλο ένα ζήτημα που προέκυψε παγκοσμίως, ως συνέπεια της πανδημίας, είναι η υποστελέχωση των κέντρων υποστήριξης θυμάτων έμφυλης βίας, με αποτέλεσμα να προσφέρουν ελάχιστη βοήθεια στα θύματα. Στην Ελλάδα όμως, τα νέα είναι ενθαρρυντικά: τα ήδη υπάρχοντα καταλύματα για κακοποιημένες γυναίκες αυξήθηκαν, έλαβαν χώρα καμπάνιες για την ευαισθητοποίησή τους με το μήνυμα “Μένουμε σπίτι, αλλά δεν μένουμε σιωπηλές”, ενώ το 15900, η γραμμή υποστήριξης θυμάτων έμφυλης βίας αποδείχθηκε σωτήριο σε πολλές περιπτώσεις.
Σημαντικός είναι ακόμη και ο ρόλος των τρίτων, συνήθως των συγγενών και των φίλων των θυμάτων, οι οποίοι επίσης καλούν για βοήθεια στο 15900. Άνθρωποι που ζουν επίσης με το φόβο του ιού και με την αγωνία για το δικό τους μέλλον, οι οποίοι μόλις αντιληφθούν κάτι από τον τόνο της φωνής ή την όψη του θύματος από μια κάμερα δεν θα διστάσουν να καλέσουν για βοήθεια.
Η πανδημία βρίσκεται σε εξέλιξη και η έκβασή της δυστυχώς παραμένει άγνωστη. Το βέβαιο είναι πως τα κράτη, οι διεθνείς οργανισμοί καθώς και οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες μπορούν και οφείλουν να συμβάλλουν ενεργά στην αποτροπή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της για τις γυναίκες, ώστε να καταστεί δυνατή πρώτα η επιβίωσή τους, έπειτα η εξασφάλιση της ποιότητας ζωής που δικαιούνται και επιθυμούν και σε τελευταίο βαθμό η διευκόλυνση της κοινωνικής και επαγγελματικής επανόδου τους στην μετά covid-19 εποχή.
Βασβάνη Ευανθία Μαρία