Η συμμετοχή της γυναίκας στην πολιτική σκηνή: μια απλή έλλειψη ή μια ανάγκη;

Νικόλας Τσιρώνης,
Φοιτητής Νομικής ΑΠΘ

Η πολιτική σκηνή ανέκαθεν χαρακτηριζόταν ως ένας σκληροπυρηνικός χώρος, στον οποίο μπορούν να ανταπεξέλθουν όσοι διαθέτουν ισχυρή πυγμή, υπομονή αλλά και ικανότητα λόγου και διαλλαγής. Τα παραπάνω είναι αληθή και ορθά, όμως χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον ως επιχειρήματα αποκλεισμού των γυναικών όχι μόνο από την ύπαρξη τους στην πολιτική, αλλά και την συμμετοχή τους στην εκλογική διαδικασία. Είναι, εν έτει 2020, ασυμβίβαστος ο ρόλος της γυναίκας με την πολιτική ή μήπως τα κατάλοιπα της πατριαρχικής κοινωνίας όλων αυτών των δεκαετιών είναι ισχυρότερα και πιο εμφανή από ότι νομίζαμε ; 

Είναι, πράγματι, άξιο απορίας πως γίνεται από τα 193 κράτη του κόσμου μόνο τα 13 να έχουν μια γυναίκα στην θέση του πρωθυπουργού ενώ παράλληλα το δικαίωμα για ίση πρόσβαση και συμμετοχή στα κοινά προστατεύεται από διεθνείς συμβάσεις όπως η Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κ.ά. Το πρόβλημα είναι και εθνικό. Το ποσοστό γυναικείας συμμετοχής στην Βουλή των Ελλήνων φέτος ανέρχεται στο 19,3%, ενώ αν σκεφτεί κανείς ότι πέρασαν 190 χρόνια από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους ώστε η χώρα να αποκτήσει γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μάλλον τα στατιστικά κρούουν τον κώδωνα της ανισότητας που εμφιλοχωρεί. Τι είναι αυτό που θέτει εμπόδια στην χώρα μας για την συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική σκηνή και γιατί σε άλλες χώρες, όπως η Φινλανδία που από τα 8 πολιτικά κόμματα τα 5 έχουν γυναίκες ως αρχηγούς, αυτά έχουν ξεπεραστεί ; 

Ο συνδυασμός πολλών κριτηρίων και μεγεθών είναι, ίσως, η απάντηση. Φαίνεται ότι οι χώρες με επικρατέστερο πληθυσμό ηλικίας 30-45 είναι αυτές που έχουν πιο συχνά μία γυναίκα σε μία θέση ισχύος κάτι που απέχει παρασάγγας από την Ελλάδα, ούσα η δεύτερη στην Ευρώπη χώρα με τον γηραιότερο πληθυσμό. Φυσικά οι εκάστοτε κοινωνικό-πολιτικές αντιλήψεις όπως και τα στεγανά που θέτει μία πατριαρχική κοινωνία θέτουν εμπόδια στο δρόμο μίας γυναίκας προς την πολιτική. Απόψεις που θέλουν τον ρόλο της γυναίκας να περιορίζεται αποκλειστικά στο σπίτι και στην φροντίδα των παιδιών ανακυκλώνονταν επί δεκαετίες και συνεχίζουν να αφήνουν τα απομεινάρια τους, τα οποία εκμεταλλευόμενα από «καλοθελητές» συνεχίζουν να διαιωνίζουν αναχρονιστικές αντιλήψεις και θέσεις στις σύγχρονες κοινωνίες. 

Και αν τίποτα από τα παραπάνω δεν πείθει αυτούς που δυσπιστούν στην ικανότητα των γυναικών να αναλάβουν τα ηνία ενός κράτους ας ρίξουμε μία ματιά πως οι γυναίκες του κόσμου διαχειρίστηκαν την πανδημία του COVID-19. Τρανό παράδειγμα, η Νέα Ζηλανδία με την εμβληματική -θα έλεγε κανείς- Jacinda Ardern. Η πρωθυπουργός κατάφερε, σε μία χώρα των περίπου 5 εκατομμυρίων, να έχει μέχρι σήμερα μόλις 25 θανάτους. Η Νέα Ζηλανδία είναι ένα παράδειγμα μίας χώρας που έχει γυρίσει όντως σε μία κανονικότητα πολύ κοντά στην προηγούμενη. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ισλανδία με την Katrin Jakobsdottir κατάφερε με επαναλαμβανόμενα και δωρεάν τεστ σε όλο τον πληθυσμό να περιορίσει την διασπορά και να βγει νικήτρια στην μάχη της πανδημίας αλλά και η Φινλανδία με την Sanna Mariin κατάφερε να κρατήσει τα επίπεδα της πανδημίας χαμηλά. Φυσικά, και υπάρχουν παραδείγματα χωρών με άνδρες αρχηγούς που είχαν εξαιρετική αντιμετώπιση, όπως και η χώρα μας κατά το πρώτο κύμα του κορωνοϊού. 

Είναι εμφανές ότι η ανισότητα των φύλων δεν είναι απλά ένα φαινόμενο για να συζητούν οι νομικοί, κοινωνιολόγοι και άλλοι εξειδικευμένοι επιστήμονες αλλά είναι μία πραγματικότητα που ο κόσμος αλλά και η Ελλάδα βιώνει έντονα. Είναι επίσης εμφανές ότι οι γυναίκες όχι απλά στάθηκαν αντάξιες των προσδοκιών τους αλλά υπερέβαλαν εαυτών όταν η χώρα τους βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Είναι καιρός να πατάξουμε κάθε διάκριση, κάθε αναχρονιστική αντίληψη που κρατάει την κοινωνία πίσω και να κάνουμε βήματα εμπρός, ώστε να διασφαλίσουμε την εντονότερη συμμετοχή της γυναίκας στην πολιτική. Γιατί ίσως να μην είναι μία έλλειψη, αλλά μία μεγάλη ανάγκη.