Λίγα λόγια για το ντοκιμαντέρ του 2016 «Audrie and Daisy».

Οι δύο κοπέλες σε φωτογραφίες και κάτω στη γωνία αριστερά τα ονόματά τους.
Γράφει η Κωνσταντίνα Φιλιπποπούλου
Με αφορμή το κύμα καταγγελιών για περιστατικά βίας, σεξουαλικής και μη κακοποίησης στη χώρα μας, στους χώρους εργασίας και ειδικά στους χώρους του αθλητισμού και του θεάτρου, προτείνουμε το ντοκιμαντέρ ‘’Audrie and Daisy’’ του 2016, που προβάλλεται μέσα από τη συνδρομητική πλατφόρμα του Netflix. Η ταινία αναφέρεται στη σεξουαλική κακοποίηση στο σχολικό περιβάλλον. Επίσης, εστιάζει στις νέες διαστάσεις που παίρνει η κακοποίηση, με τη διάδοση των πράξεων αυτών, μέσω των social media. Στην δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα θύματα να ξεπεράσουν το στιγματισμό και να θεραπευτούν. Τέλος, τονίζει την ελάχιστη συνδρομή της πολιτείας για την εξυγίανση τέτοιων εγκλημάτων, που εκ του αποτελέσματος, φαίνεται να ευνοεί τους θύτες και να καταδικάζει -έμμεσα- τα θύματα.
Οι ιστορίες εκτυλίσσονται σε σχολεία, σε διαφορετικές περιοχές των ΗΠΑ. Και στην ελληνική ειδησεογραφία έχουμε περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης και βιασμών σε σχολεία, μεταξύ μαθητών. Παρατηρείται πολύ συχνά, ότι η προσοχή της κοινής γνώμης εστιάζεται στα θύματα τέτοιων επιθέσεων. Το θύμα και η οικογένεια του, στοχοποιείται και καλείται πολλές φορές να είναι αυτό, που θα αλλάξει σχολικό περιβάλλον ή τόπο διαμονής.
Η ταινία εστιάζει σε δύο ξεχωριστές υποθέσεις μαθητριών που έπεσαν θύματα βιασμού από άλλους μαθητές. Στην αρχή, βλέπουμε την ιστορία της Audrie Pott, η οποία έπεσε θύμα βάναυσης κακοποίησης και βιασμού από μία ομάδα συμμαθητών της το 2012, σε ηλικία μόλις 15 χρόνων. Η ίδια συμμετείχε σε πάρτι, όπου κατανάλωσε μεγάλες ποσότητες αλκοόλ. Όταν κάποια στιγμή έχασε τις αισθήσεις της, έπεσε θύμα βάναυσης κακοποίησης και βιασμού από ομάδα συμμαθητών της. Καταλύτης για την τραγική κατάληξη αποτέλεσαν οι φωτογραφίες από την κακοποίηση, οι οποίες διέρρευσαν από τους θύτες στο σχολείο. Η μαθήτρια κυριευμένη από αισθήματα ντροπής και ενοχής, τελικά αυτοκτονεί λίγες μέρες μετά. Χαρακτηριστικά η Audrei, σε μία συνομιλία με τους βιαστές της, όπου και ζητάει εξηγήσεις, γράφει «τώρα έχω μία φήμη που δεν θα μπορέσω ποτέ να ξεφορτωθώ», «όλο το σχολείο το ξέρει», «η ζωή μου έχει τελειώσει», «δεν έχεις ιδέα πως είναι να είσαι κορίτσι».
Στο δεύτερο μέρος, γίνεται αναφορά στην Daisy Coleman. Στα όσα της συνέβησαν, όσο ήταν ακόμη μαθήτρια, στον αγώνα της για δικαίωση, τη σύγκρουση και τελικά τη ρήξη με το άκρως συντηρητικό κοινωνικό περιβάλλον του σχολείου και ευρύτερα της επαρχιακής πόλης, όπου εκτυλίσσονται τα γεγονότα.
Η Coleman σε νεαρή ηλικία χάνει τον πατέρα της και στη συνέχεια μετακομίζει στην μικρή επαρχιακή πόλη Maryville του Missouri, με την μητέρα της και τα τρία αδέρφια της. Ενώ η σχολική της ζωή εξελίσσεται ομαλά, προσκαλείται από μεγαλύτερους μαθητές να συμμετέχει σε πάρτι, στο σπίτι ενός από αυτούς. Εκεί αφού καταναλώνει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, χάνει τις αισθήσεις της, και βιάζεται από ομάδα αγοριών. Οι βιαστές της αμέσως μετά και αφού βρίσκονται σε πανικό την πετάνε λιπόθυμη στην χιονισμένη αυλή του σπιτιού της όπου και τη βρίσκει το επόμενο πρωί η μητέρα της. H Daisy ήταν 14 χρονών. Από τότε ξεκινάει και ο Γολγοθάς της οικογένειας. Παρά το γεγονός, ότι εξετάστηκε αμέσως από γιατρό, όπου αποδείχθηκε ο βιασμός και έγινε άμεσα η καταγγελία στις αρχές, η δίωξη δεν προχώρησε από τις αρχές, ως όφειλε.
Και σε αυτήν την περίπτωση, έχουμε την καταγραφή της επίθεσης σε βίντεο. Οι θύτες διαδίδουν το υλικό στον σχολικό μικρόκοσμο. Είναι προφανές ότι η διάδοση του υλικού κάνει το θύμα να αναβιώνει την εγκληματική πράξη. Τα θύματα των συγκεκριμένων εγκλημάτων νιώθουν ότι χάνουν τον έλεγχο της ζωής τους και ότι στιγματίζονται δια βίου . Είναι μία κατάσταση άκρως τραυματική για μία έφηβη, που ξεκινά να ανακαλύπτει τον εαυτό της. Λόγω της ηλικίας είναι ιδιαίτερα ευάλωτη . Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Coleman βιώνει κρίσεις ταυτότητας, κατάθλιψη, και απομόνωση. Επίσης κάνει πολλές απόπειρες αυτοκτονίας.
Από την άλλη η ταινία, τονίζει και την έντονη δυσπιστία ενός μεγάλου κομματιού της τοπικής κοινωνίας απέναντι στην Coleman, αλλά και στην οικογένεια της που προσπαθεί να την στηρίξει. Πολλές φορές εκφράζεται και ως απέχθεια. Η οικογένεια υφίσταται βία και διαδικτυακό εκφοβισμό από τους υποστηρικτές των θυτών, ενώ αλλάζουν την κατοικία τους. Γίνεται και εδώ λόγος για το περίφημο «πήγαινε γυρεύοντας», αλλά και πως το θύμα μπαίνει τελικά στη θέση του θύτη( victim blaming).
Παράλληλα, το γεγονός ότι ένας από τους θύτες είναι εγγονός τοπικού άρχοντα- πολιτικού εμποδίζει την δίωξη από τις αρχές. Κατά την προανάκριση και την δίωξη των δραστών γίνονται τρομερές πλημμέλειες, με αποτέλεσμα οι δράστες να πέσουν στα χαμηλά. Με αυτό τον τρόπο δεν αποδίδεται δικαιοσύνη για το θύμα. Το θύμα στοχοποιείται για ακόμη μία φορά και μία ολόκληρη πόλη χωρίζεται στα δύο. Η υπόθεση προκαλεί αίσθηση. Παίρνει μεγάλες διαστάσεις, όταν γίνεται γνωστή σε όλες τις ΗΠΑ. Τελικά παρεμβαίνουν και οι Anonymous, οι οποίοι με διαδικτυακό τους μήνυμα ζητούν την επανεξέταση της υπόθεσης.
** Στις 4 Αυγούστου του 2020, η Daisy Coleman βρέθηκε νεκρή σε ηλικία 23 χρόνων, λόγω αυτοχειρίας μετά από χρόνια πάλη με την κατάθλιψη και το τραύμα. Τέσσερεις μήνες μετά, η μαμά της Coleman, Melinda βρέθηκε επίσης νεκρή από αυτοκτονία.