Σε δύο γυναίκες απονέμεται το Νόμπελ Χημείας 2020.

Με το Νόμπελ Χημείας 2020 τιμήθηκαν στις 7 Οκτωβρίου 2020 η Γαλλίδα Εμανουέλ Σαρπαντιέ και η Αμερικανίδα Τζένιφερ Ντούντνα. Η Εμανουέλ Σαρπαντιέ γεννήθηκε το 1968 στο Juvisy-sur-Orge της Γαλλίας και είναι Διευθύντρια της Μονάδας Max Planck Unit for the Science of Pathogens στο Βερολίνο, ενώ η Τζένιφερ Ντούντνα γεννήθηκε το 1964 στην Ουάσινγκτον των ΗΠΑ και είναι καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Berkeley καθώς και ερευνήτρια στο Howard Hughes Medical Institute.  Οι δύο αυτές γυναίκες, που μοιράστηκαν το βραβείο της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών, τιμήθηκαν για την ανάπτυξη μιας μεθόδου επεξεργασίας γονιδιώματος και συγκεκριμένα για την ανακάλυψη του εργαλείου CRISPR / Cas9 που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εύκολη και οικονομική τροποποίηση του γενετικού υλικού. 


Η διαδικασία ανακάλυψής του, όπως είναι φυσικό, ήταν χρονοβόρα και αρκετά δύσκολη. Η Σαρπαντιέ δημοσίευσε την έρευνά της το 2011 και την ίδια χρονιά, ξεκίνησε μια συνεργασία με τη Ντούντνα. Μαζί, κατάφεραν να αναδημιουργήσουν το γενετικό ψαλίδι των βακτηρίων σε ένα δοκιμαστικό σωλήνα και να απλοποιήσουν τα μοριακά συστατικά του ψαλιδιού, ώστε να είναι ευκολότερα στη χρήση. Σε ένα πείραμα δημιουργίας, οι Σαρπαντιέ και Ντούντνα απέδειξαν ότι μπορούσαν να ελέγξουν και να κόψουν οποιοδήποτε μόριο DNA σε μια προκαθορισμένη τοποθεσία και έτσι να ξαναγράψουν τον κώδικα της ζωής. 

Από τότε που οι Σαρπαντιέ και Ντούντνα ανακάλυψαν το γενετικό ψαλίδι CRISPR / Cas9, το 2012, η χρήση του εξερράγη καθώς πρόκειται για ένα από τα πιο αιχμηρά εργαλεία της γονιδιακής τεχνολογίας. Χρησιμοποιώντας το, οι ερευνητές μπορούν να αλλάξουν το DNA ζώων, φυτών και μικροοργανισμών με εξαιρετικά υψηλή ακρίβεια. Η μέθοδος CRISPR φέρνει την επανάσταση καθώς, αντί να προσθέσει ένα νέο γονίδιο, τροποποιεί το υπάρχον ελαττωματικό γονίδιο. Το εργαλείο έτσι είναι εύκολο στην χρήση, οικονομικό και επιτρέπει στους επιστήμονες να κόβουν το DNA ακριβώς εκεί που θέλουν για να δημιουργήσουν ή για να διορθώσουν μία γενετική μετάλλαξη και να θεραπεύσουν σπάνιες ασθένειες. Αυτή η τεχνολογία, λοιπόν, είχε επαναστατικό αντίκτυπο στις βιοεπιστήμες καθώς έχει μεταμορφώσει την τελευταία δεκαετία τον τομέα της μοριακής θεραπείας του καρκίνου, την θεραπεία μονογονιδιακών ασθενειών, αλλά και την γενετική τροποποίηση τροφίμων, προσφέροντας νέες διεξόδους και διευκολύνοντας την βασική έρευνα στη βιολογία. Με τη βοηθεια της, οι ερευνητές φυτών κατάφεραν να αναπτύξουν καλλιέργειες που αντέχουν σε μούχλα, παράσιτα και ξηρασία.

Η ανακάλυψη, αν και πρόσφατη, αναφερόταν συχνά τα τελευταία χρόνια ως άξια για βράβευση με Νόμπελ και ήταν από τα φετινά φαβορί. Σύμφωνα μάλιστα με τον περσινό νομπελίστα Ιατρικής William Kaelin, «η γενετική τροποποίηση μέσω του CRISPR είναι στην κορυφή των ανακαλύψεων αυτής της δεκαετίας στην Ιατρική». Δυστυχώς, όμως, ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση δεν εξέλειψαν τα υποτιμητικά σχόλια που ως μοναδικό σκοπό είχαν να υποβαθμίσουν την προσωπικότητα και το επίτευγμα αυτών των γυναικών αποκλειστικά και μόνο λόγω του φύλου τους. Μέχρι και σήμερα, λοιπόν, είναι εμφανές ότι ορισμένοι άνθρωποι δυσκολεύονται ή αρνούνται να αποδεχτούν πως το κάθε άτομο, ανεξαρτήτως φύλου, μπορεί μέσω του έργου του και των προσπαθειών του να καταφέρει τα πάντα και να συμβάλλει με κάθε τρόπο στην εξέλιξη των επιστημών και της ανθρωπότητας. Γεγονός είναι, όμως, ότι κανείς δεν μπορεί να μειώσει πραγματικά τη σπουδαιότητα αυτής της ανακάλυψης και τη συνεισφορά της στην πρόοδο και τη βελτίωση των βιοεπιστημονικών μεθόδων έρευνας και θεραπείας των ασθενειών.

Η 51χρονη Γαλλίδα και η 56χρονη Αμερικανίδα είναι μόλις η έκτη και η έβδομη γυναίκες αντίστοιχα που τιμώνται με το Νόμπελ Χημείας από τα 111 που έχουν απονεμηθεί εώς σήμερα, από το 1901. Συνεπώς, η βράβευση αυτή ανεβάζει τον συνολικό αριθμό των γυναικών επιστημόνων που έχουν τιμηθεί με Νόμπελ Χημείας από πέντε σε επτά, γεγονός που καταδεικνύει και τη σημασία της για την καταπολέμηση των ανισοτήτων και των διακρίσεων λόγω φύλου στον τομέα των επιστημών!

Ντολίνα Τζιώτζορα